- σκούτερ
- το, Νιδιόμορφο δίκυκλο μηχανοκίνητο όχημα με μικρούς τροχούς, και κυβισμό που κυμαίνεται από 50 cm2 ώς 225 cm2, οι προδιαγραφές τού οποίου, όπως ο βραδύστροφος και οικονομικός κινητήρας, η προστασία οδηγού, η άνετη θέση τού οδηγού, τό προορίζουν για μεταφορά ατόμων σε αστικά κυρίως οδικά δίκτυα.[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. scooter < ρ. scoot «φεύγω βιαστικά, τρέχω»].
Dictionary of Greek. 2013.